Τι κάνουμε συνήθως όταν ασθενούμε
Επισκεπτόμαστε τους θεραπευτές, ή τους γιατρούς, αφού έχουμε ήδη ασθενήσει ή πονέσει και συνήθως μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα η πάθηση να έχει εδραιωθεί και χρονίσει στο σώμα.
Αυτό σημαίνει ότι οι περισσότεροι από εμάς δεν ασχολούμαστε με την διατήρηση της υγείας μας παρα με την αποκατάσταση της “βλάβης” και μάλιστα αφού περάσει χρόνος και το σώμα μας φτάσει στο σημείο να μας δίνει έντονα μηνύματα πόνου ή ενόχλησης.
Όταν πλέον δεν μπορούμε να μην δώσουμε πια σημασία στα συμπτώματα, πηγαίνουμε στον/στην θεραπεύτρια με το αίτημα να απαλλαγούμε από αυτά και μάλιστα γρήγορα. Δηλαδή να μας θεραπεύσει, σύμφωνα με τον ορισμό πιο πάνω.
Περιμένουμε μάλιστα ο/η θεραπευτής/τρια να μας “κάνει καλά”, χωρίς οι ίδιοι να αναρωτιόμαστε γιατί ασθενήσαμε και χωρίς να είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε τις συνθήκες ζωής που μας οδήγησαν στην ασθένεια. Δηλαδή δεν αναλαμβάνουμε την ευθύνη για την υγεία μας και δεν αναγνωρίζουμε την έννοια της Ίασης όπως ορίζεται πιο πάνω.
Από την άλλη πλευρά και εμείς οι θεραπευτές κάνουμε μερικές φορές από υπερβάλλοντα ζήλο ή υπεροψία, το λάθος. να αναλαμβάνουμε την ευθύνη της θεραπείας και μερικές φορές και της Ίασης του πάσχοντα, το οποίο είναι ουτοπικό.
Εφόσον γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η θεραπεία πραγματοποιείται μέσα από την ενδυνάμωση του οργανισμού και τις ικανότητες του σώματος για αυτοίαση, φυσικά με την υποστήριξη, τις τεχνικές, τα βότανα, τη διατροφή,, κλπ. του θεραπευτή.
|